Pflicht
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Pflicht (de) θηλυκό
- το καθήκον
Σύνθετα[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Pflicht αρσενικό ή θηλυκό