Stadt
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Stadt (de) θηλυκό
- η πόλη
Συγγενικά
[επεξεργασία]- Hauptstadt
- stadtauswärts
- Stadtautobahn
- Stadtbad
- stadtbekannt
- Stadtbezirk
- Stadtbücherei
- Städtchen
- Städtebau
- stadteinwärts
- Städter
- Stadtgespräch
- Stadtguerilla
- Stadthaus
- städtisch
- Stadtkasse
- Stadtkern
- Stadtkreis
- Stadtmauer
- Stadtmitte
- Stadtpark
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Stadt < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Stadt αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
[επεξεργασία]- TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023 [1]