Urgroßmütter
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]Urgroßmütter (de) θηλυκό
- ονομαστική, γενική και αιτιατική πληθυντικού του Urgroßmutter
Urgroßmütter (de) θηλυκό