abisso
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
abisso | abissi |
abisso (it) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
abisso | abissi |
abisso (it) αρσενικό