abonner
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
abonner (fr)
- (μεταβατικό) παίρνω κάποιον συνδρομητή
- (pronominal) εγγράφομαι συνδρομητής