acuité visuelle

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

acuité visuelle → δείτε τις λέξεις acuité και visuel

Έκφραση[επεξεργασία]

ενικός πληθυντικός
acuité visuelle acuités visuelles

acuité visuelle (fr) θηλυκό