admit
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
Ρήμα
[
επεξεργασία
]
admit
(en)
παραδέχομαι
επιτρέπω
την είσοδο
Συγγενικές λέξεις
[
επεξεργασία
]
admissible
inadmissible
Κατηγορίες
:
Αγγλική γλώσσα
Ρήματα (αγγλικά)
Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Νέα συντακτών
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
العربية
বাংলা
Català
Čeština
Cymraeg
Dansk
Deutsch
English
Esperanto
Español
Eesti
فارسی
Suomi
Na Vosa Vakaviti
Français
Galego
Magyar
Հայերեն
Ido
Italiano
日本語
Қазақша
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
Limburgs
Lietuvių
Malagasy
മലയാളം
မြန်မာဘာသာ
Nederlands
Norsk
Oromoo
Polski
پښتو
Português
Русский
ၽႃႇသႃႇတႆး
Simple English
Српски / srpski
Svenska
தமிழ்
తెలుగు
ไทย
Türkçe
اردو
Tiếng Việt
中文
Bân-lâm-gú