all-purpose

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
all-purpose < all + purpose

Επίθετο

[επεξεργασία]

all-purpose (en) (χωρίς παραθετικά, μόνο πριν από το ουσιαστικό)

  • γενικής χρήσης, που έχει πολλές διαφορετικές χρήσεις· που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές περιπτώσεις
    ⮡  an all-purpose liquid cleaner - καθαριστικό υγρό γενικής χρήσης