alproksimiĝo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | alproksimiĝo | alproksimiĝoj |
αιτιατική | alproksimiĝon | alproksimiĝojn |
alproksimiĝo (eo)