analogo
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | analogo | analogoj |
αιτιατική | analogon | analogojn |
analogo (eo)
- η αναλογία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | analogo | analogoj |
αιτιατική | analogon | analogojn |
analogo (eo)