antaŭparolo
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | antaŭparolo | antaŭparoloj |
αιτιατική | antaŭparolon | antaŭparolojn |
antaŭparolo (eo)
- ο πρόλογος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | antaŭparolo | antaŭparoloj |
αιτιατική | antaŭparolon | antaŭparolojn |
antaŭparolo (eo)