arĥitektura
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- arĥitektura < arĥitektur- + -a
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | arĥitektura | arĥitekturaj |
αιτιατική | arĥitekturan | arĥitekturajn |
arĥitektura (eo)