astroscienco
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- astroscienco < astroscienc- + -o
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | astroscienco | astrosciencoj |
αιτιατική | astrosciencon | astrosciencojn |
astroscienco (eo)