azimuth
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- azimuth < (λόγιο δάνειο) παλαιά γαλλική *azimut < αραβική اَلسُّمُوت ((al) as-sumuut, έναρθρος πληθυντικός οι κατευθύνσεις) [1] → και δείτε τη λέξη αζιμούθιο Συγγενή: zenith.
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
azimuth (en)
- το αζιμούθιο
[επεξεργασία]
- alatazimuth (αλταζιμούθιο)
- azimuthal (αζιμουθιακός)
- azimuthally
- azimuth thruster (αζιμουθιακός πρωστήρας)
[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- azimuth - The American Heritage Dictionary of the English Language online. Houghton Mifflin Harcourt.
- azimuth - Cambridge Dictionary online