become
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | become |
γ΄ ενικό ενεστώτα | becomes |
αόριστος | became |
παθητική μετοχή | become |
ενεργητική μετοχή | becoming |
αγγλικά ανώμαλα ρήματα |
Ρήμα[επεξεργασία]
become (en)