beyond a reasonable doubt
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- beyond a reasonable doubt < → δείτε τις λέξεις beyond, a, reasonable και doubt
Έκφραση[επεξεργασία]
beyond a reasonable doubt (en)
- (ιδιωματισμός) πέραν εύλογης αμβισβήτησης, άλλη μορφή του beyond any doubt