biologique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /bjɔ.lɔ.ʒik/
 

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
biologique biologiques

biologique (fr) αρσενικό ή θηλυκό