bombé
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bombé | bombés |
θηλυκό | bombée | bombées |
Επίθετο
[επεξεργασία]bombé (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bombé | bombés |
θηλυκό | bombée | bombées |
bombé (fr)