borrower

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: burrower
      ενικός         πληθυντικός  
borrower borrowers

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

borrower (en)