céramique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /se.ʁa.mik/

Επίθετο[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
céramique céramiques

céramique (fr) αρσενικό ή θηλυκό