canardeau
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
canardeau | canardeaux |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]canardeau (fr) αρσενικό
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη canard
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
canardeau | canardeaux |
canardeau (fr) αρσενικό