capétien
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- capétien < Hugues Capet, βασιλιάς που έδωσε το όνομά του στη δυναστεία
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | capétien | capétiens |
θηλυκό | capétienne | capétiennes |
capétien (fr)