ceaselessly
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ceaselessly < ceaseless
Επίρρημα[επεξεργασία]
ceaselessly (en)
ceaselessly (en)