cendreux
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | cendreux | cendreux |
θηλυκό | cendreuse | cendreuses |
Επίθετο[επεξεργασία]
cendreux (fr)
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη cendre