chambard
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
chambard | chambards |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
chambard (fr) αρσενικό
- η αναστάτωση
- ο θόρυβος, ο σαματάς
ενικός | πληθυντικός |
chambard | chambards |
chambard (fr) αρσενικό