chopper
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
chopper | choppers |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
chopper (en)
- (λαϊκότροπο) το ελικόπτερο