come and go
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
come and go (en)
- (ιδιωματισμός) πηγαινοέρχομαι, φτάνω και φεύγω συχνά
- ↪ I see many people coming and going from her house.
- Βλέπω πολύ κόσμο να πηγαινοέρχεται στο σπίτι της.
- ↪ I see many people coming and going from her house.