come on down
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]come on down (en)
- πρόσκληση ή παρακίνηση προς κάποιον/ους:
- που βρίσκονται σε υψηλότερο επίπεδο ενός κτηρίου να κατέλθουν σε χαμηλότερο όροφο
- ⮡ Children, come on down! Breakfast is ready! : Παιδάκια, ελάτε κάτω. Το πρωινό είναι έτοιμο!
- που κατοικούν σε βορειότερο τόπο να προσέλθουν σε εμάς που βρισκόμαστε νοτιότερα
- ⮡ Joan, come on down to London to spend the weekend with us : Τζόαν, κατέβα στο Λονδίνο να περάσουμε μαζί το ερχόμενο Σαββατοκύριακο
- που βρίσκονται σε υψηλότερο επίπεδο ενός κτηρίου να κατέλθουν σε χαμηλότερο όροφο