concoct
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]concoct (en)
- παρασκευάζω, ετοιμάζω κάτι ανακατεύοντας διάφορα υλικά
- επινοώ, σκέφτομαι και βρίσκω κάτι καινούριο ή μια λύση
concoct (en)