conformisme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /kɔ̃.fɔʁ.mism/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
conformisme conformismes

conformisme (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  • → δείτε τη λέξη conforme