conseigneur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

conseigneur < con- + seigneur

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
conseigneur conseigneurs

conseigneur (fr) αρσενικό