coréalisatrice
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- coréalisatrice, θηλυκό του coréalisateur
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
coréalisatrice | coréalisatrices |
coréalisatrice (fr) θηλυκό