cottage
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- cottage < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
cottage | cottages |
cottage (en)
ενικός | πληθυντικός |
cottage | cottages |
cottage (en)