croisé
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | croisé | croisés |
θηλυκό | croisée | croisées |
croisé (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
croisé | croisés |
croisé (fr) αρσενικό