croisillon
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
croisillon | croisillons |
croisillon (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
croisillon | croisillons |
croisillon (fr) αρσενικό