décoloration

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /de.kɔ.lɔ.ʁa.sjɔ̃/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
décoloration décolorations

décoloration (fr) θηλυκό