dégoûtant
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- dégoûtant < dégoûter
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | dégoûtant | dégoûtants |
θηλυκό | dégoûtante | dégoûtantes |
dégoûtant (fr)