Μετάβαση στο περιεχόμενο

désert

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: desert
      ενικός         πληθυντικός  
désert déserts

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

désert (fr)

Επίθετο

[επεξεργασία]

désert (fr)