désintéressement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /de.zɛ̃.te.ʁes.mɑ̃/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
désintéressement | désintéressements |
désintéressement (fr) αρσενικό
- η αφιλοκέρδεια, η ανιδιοτέλεια