développé
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | développé | développés |
θηλυκό | développée | développées |
Επίθετο
[επεξεργασία]développé (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | développé | développés |
θηλυκό | développée | développées |
développé (fr)