democrazia
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
democrazia | democrazie |
democrazia (it) θηλυκό
- (πολιτική) η δημοκρατία (σύστημα)