diluvo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | diluvo | diluvoj |
αιτιατική | diluvon | diluvojn |
diluvo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | diluvo | diluvoj |
αιτιατική | diluvon | diluvojn |
diluvo (eo)