dol

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /dol/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
dol dols

dol (fr) αρσενικό