edition
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
edition | editions |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
edition (en)
- η έκδοση
- ↪ the newest edition of the book with corrections and improvements
- η νεότερη έκδοση του βιβλίου με διορθώσεις και βελτιώσεις
- ↪ the newest edition of the book with corrections and improvements
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
(πληροφορική)