efficiency
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
efficiency (en)
- η αποτελεσματικότητα
- η απόδοση, αποδοτικότητα μιας συσκευής
- η γκαρσονιέρα, διαμέρισμα ενός δωματίου