enceinte
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
enceinte | enceintes |
enceinte (fr) θηλυκό
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
enceinte | enceintes |
enceinte (fr) θηλυκό