entice
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | entice |
γ΄ ενικό ενεστώτα | entices |
αόριστος | enticed |
παθητική μετοχή | enticed |
ενεργητική μετοχή | enticing |
Ρήμα
[επεξεργασία]entice (en)
ενεστώτας | entice |
γ΄ ενικό ενεστώτα | entices |
αόριστος | enticed |
παθητική μετοχή | enticed |
ενεργητική μετοχή | enticing |
entice (en)