entourage
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈɒn.tɜː(ɹ).ɑʒ/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]entourage (en)
- το περιβάλλον, ο κύκλος των συνεργατών, μαθητών, οπαδών, ομοϊδεατών
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]entourage (fr)
- το περιβάλλον, ο περίγυρος