extensive reading
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- extensive reading (νεολογισμός) < → δείτε τις λέξεις extensive και reading
Προφορά[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
extensive reading (en)