fakto
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | fakto | faktoj |
αιτιατική | fakton | faktojn |
fakto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | fakto | faktoj |
αιτιατική | fakton | faktojn |
fakto (eo)